Η φόρτιση επαναφορτιζόμενων μπαταριών ιόντων λιθίου

ΠΗΓΗ: STIHL

Επισκόπηση: Φόρτιση επαναφορτιζόμενων μπαταριών ιόντων λιθίου

  • Φορτίστε τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου της STIHL στο 80-100% πριν από την πρώτη χρήση
  • Οι τεχνολογίες ασφαλείας αποτρέπουν την υπερθέρμανση των επαναφορτιζόμενων μπαταριών ιόντων λιθίου
  • Απροβλημάτιστη φόρτιση τη νύχτα
  • Προστατέψτε τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου από την υγρασία, τη θερμότητα και το κρύο

Τι πρέπει να προσέχετε κατά τη φόρτιση των επαναφορτιζόμενων μπαταριών ιόντων λιθίου

Η υπόθεση ότι οι επαναφορτιζόμενες μπαταρίες πρέπει να φορτίζονται πλήρως μετά την αγορά, δεν ισχύει πλέον για τις σύγχρονες επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου. Ωστόσο, θα πρέπει να γνωρίζετε ορισμένα σημεία, έτσι ώστε οι επαναφορτιζόμενες μπαταρίες σας να έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής.

1. Τηρείτε τις βέλτιστες θερμοκρασίες φόρτισης για επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου

Μπορείτε να φορτίζετε εύκολα τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες της STIHL σε εύρος +5 έως +40 βαθμών Κελσίου. Η αποθήκευση είναι εφικτή ακόμα και μεταξύ -20 και +50 βαθμών – ωστόσο με περιορισμένη λειτουργικότητα στις οριακές αυτές τιμές.

Πρόσθετη ασφάλεια παρέχουν οι φορτιστές STIHL: Αν η επαναφορτιζόμενη μπαταρία σας έχει υπερθερμανθεί μετά από παρατεταμένη χρήση, η διαδικασία φόρτισης ξεκινά μόνο αφού επιτευχθεί μια συγκεκριμένη θερμοκρασία.

 2. Αποφύγετε τις ακραίες θερμοκρασίες στις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου

Για την προστασία και τη σωστή φόρτιση των επαναφορτιζόμενων μπαταριών ιόντων λιθίου, δεν πρέπει να τοποθετούνται πάνω στη θέρμανση. Διότι οι πολύ υψηλές αλλά και οι πολύ χαμηλές θερμοκρασίες μπορεί να είναι επιβλαβείς για τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες – συνεπώς θα πρέπει να τηρείτε πάντοτε το επιτρεπόμενο εύρος θερμοκρασίας.

Συνιστάται η φόρτιση των επαναφορτιζόμενων μπαταριών σε κανονική θερμοκρασία δωματίου ή σε μέτριες εξωτερικές θερμοκρασίες.

3. Δεν απαιτείται παρατεταμένη φόρτιση στις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου

Οι σύγχρονες επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου πρέπει να φορτίζονται μόνο έως το 80% πριν από την πρώτη χρήση – αυτό διαρκεί από μισή έως τεσσεράμισι ώρες, ανάλογα με την επαναφορτιζόμενη μπαταρία.

Επαναφορτιζόμενη μπαταρία ιόντων λιθίου STIHL AK 30 κατά τη φόρτιση στη μονάδα φόρτισης
Χάρη στη μονάδα φόρτισης, η επαναφορτιζόμενη μπαταρία ιόντων λιθίου STIHL AK 30 φορτίζεται γρήγορα.

Η θερμοκρασία μιας επαναφορτιζόμενης μπαταρίας επηρεάζει την παρεχόμενη ποσότητα ενέργειας;

Ένας μύθος λέει ότι μια επαναφορτιζόμενη μπαταρία πρέπει να τοποθετείται στη θέρμανση κατά τη φόρτιση. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, η ηλεκτρική δραστηριότητα αυξάνεται λόγω της παροχής θερμότητας, κάτι που προστατεύει την επαναφορτιζόμενη μπαταρία κατά τη φόρτιση και παρατείνει τη διάρκεια ζωής της. Μια εντελώς εκφορτισμένη επαναφορτιζόμενη μπαταρία λέγεται μάλιστα ότι μπορεί να ενεργοποιείται πάλι σύντομα με τη θέρμανση, καθώς μόνο μια ζεστή επαναφορτιζόμενη μπαταρία μπορεί να έχει παρέχει όλα τα αποθέματα ενέργειάς της. Σήμερα, γνωρίζουμε ότι αυτή η θεωρία όχι μόνο είναι λανθασμένη, αλλά και ότι βλάπτει την επαναφορτιζόμενη μπαταρία.

Κατά τη φόρτιση και την εκφόρτιση, τα ιόντα μετακινούνται πρακτικά από το ένα ηλεκτρόδιο στο άλλο – ανάλογα με την κατεύθυνση του ρεύματος. Εάν η επαναφορτιζόμενη μπαταρία θερμανθεί υπερβολικά, τα σωματίδια επιταχύνονται και το υλικό αποσυντίθεται – μειώνοντας τη διάρκεια ζωής της. Η υπερθέρμανση της επαναφορτιζόμενης μπαταρίας μπορεί στη χειρότερη περίπτωση να προκαλέσει τη δημιουργία εύφλεκτων αερίων. Η επαναφορτιζόμενη μπαταρία αχρηστεύεται. Γενικά, σας συμβουλεύουμε να τηρείτε πάντοτε το επιτρεπόμενο εύρος θερμοκρασίας της επαναφορτιζόμενης μπαταρίας.

Χρήσιμες πληροφορίες

Όλες οι επαναφορτιζόμενες μπαταρίες της STIHL παραδίδονται από το εργοστάσιο με κατάσταση φόρτισης 30 τοις εκατό στον εξειδικευμένο έμπορο. Ακόμη και αν μια επαναφορτιζόμενη μπαταρία της STIHL έχει αποθηκευτεί για μεγάλο χρονικό διάστημα στον εξειδικευμένο έμπορο, προστατεύεται αποτελεσματικά από την αυτοεκφόρτιση. 

Πόσο επικίνδυνη είναι η φόρτιση μιας επαναφορτιζόμενης μπαταρίας για μεγάλο χρονικό διάστημα;

Η θέρμανση μιας επαναφορτιζόμενης μπαταρίας κατά τη φόρτιση είναι φυσιολογική και δεν αποτελεί λόγο ανησυχίας. Οι επαναφορτιζόμενες μπαταρίες υψηλής ποιότητας της STIHL είναι προστατευμένες από υπερθέρμανση και, σε κάθε περίπτωση, είναι αβλαβείς. Μόλις φορτιστεί η επαναφορτιζόμενη μπαταρία, η φόρτιση τερματίζεται αυτόματα, έτσι ώστε να μη χρειάζεται να ανησυχείτε για τη φόρτιση της επαναφορτιζόμενης μπαταρίας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μεγαλύτερο κίνδυνο έχουν οι απομιμήσεις και οι τροποποιήσεις. Οι επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ενδέχεται να εκραγούν από την υπερβολική ανάπτυξη θερμότητας.

Εάν μια επαναφορτιζόμενη μπαταρία υπερβεί το επιτρεπόμενο εύρος θερμοκρασίας της κατά ένα πολλαπλάσιο, προκύπτει μια αυτοενισχυμένη εξωθερμική χημική αντίδραση, ένα «thermal runaway» ή «θερμική διέλευση». Η ανάπτυξη θερμότητας μέσα στην επαναφορτιζόμενη μπαταρία αυτοεγκλωβίζεται και τήκει τον πυρήνα της επαναφορτιζόμενης μπαταρίας.

Γεγονός είναι ότι: Ο κίνδυνος πυρκαγιάς από τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες εξακολουθεί να είναι ένα θέμα που απασχολεί πολλούς χρήστες. Με τις σύγχρονες επαναφορτιζόμενες μπαταρίες της STIHL είστε πάντα ασφαλείς.

Κουτί επαναφορτιζόμενης μπαταρίας ιόντων λιθίου STIHL AP 300 και μηχάνημα για φόρτιση
Κουτί επαναφορτιζόμενης μπαταρίας ιόντων λιθίου STIHL AP 300

Ποια πλεονεκτήματα προσφέρουν τα προϊόντα με επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου της STIHL;

Τα προϊόντα επαναφορτιζόμενης μπαταρίας υψηλής ποιότητας της STIHL προσφέρουν πολλά πλεονεκτήματα, όπως χαμηλό κίνδυνο πυρκαγιάς στις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου, βέλτιστη προστασία από βαθιά εκφόρτιση και παρακολούθηση της θερμοκρασίας χάρη στο αποτελεσματικό σύστημα διαχείρισης μπαταρίας.

Μέγιστα πρότυπα ασφαλείας για τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου STIHL

Για να αποτραπεί η υπερφόρτιση και η υπερβολική ανάπτυξη θερμότητας, για τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες STIHL τοποθετούνται μόνο κυψέλες ιόντων λιθίου που πληρούν τις υψηλότερες απαιτήσεις ασφαλείας.
Τόσο οι επαναφορτιζόμενες μπαταρίες όσο και οι φορτιστές της STIHL διαθέτουν μηχανισμούς προστασίας που αποτρέπουν την υπερφόρτιση και την ανάπτυξη ισχυρής θερμότητας.

Επιτήρηση της θερμοκρασίας από ένα σύστημα διαχείρισης μπαταρίας

Έτσι κάθε μεμονωμένη κυψέλη που τοποθετείται σε μια επαναφορτιζόμενη μπαταρία παρακολουθείται από ένα σύστημα διαχείρισης μπαταρίας. Ένας ενσωματωμένος αισθητήρας μετρά τη θερμοκρασία στο πιο ζεστό σημείο στο εσωτερικό της επαναφορτιζόμενης μπαταρίας – εάν η θερμοκρασία είναι πολύ υψηλή, η διαδικασία φόρτισης διακόπτεται.

Χαμηλός κίνδυνος πυρκαγιάς στις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου

Για τις σύγχρονες επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου, ο κίνδυνος πυρκαγιάς είναι πολύ χαμηλός. Για αυτό φροντίζει, μεταξύ άλλων, το ενσωματωμένο σύστημα διαχείρισης μπαταρίας. Με αυτό τον τρόπο αποτρέπεται η υπερφόρτιση και, κατά συνέπεια, η έντονη ανάπτυξη θερμότητας.

Βέλτιστη προστασία από βαθιά εκφόρτιση

Το ηλεκτρονικό σύστημα των επαναφορτιζόμενων μπαταριών ιόντων λιθίου τις θέτει αυτόματα σε κατάσταση ηρεμίας, όταν δεν χρησιμοποιούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτό προστατεύει από την επιβλαβή βαθιά εκφόρτιση.

Ελάχιστες απώλειες χωρητικότητας

Η STIHL χρησιμοποιεί για όλα τα προϊόντα επαναφορτιζόμενης μπαταρίας σύγχρονες κυψέλες ιόντων λιθίου, οι οποίες δεν χρειάζεται να φορτιστούν πλήρως πριν από την πρώτη χρήση και είναι έτοιμες για χρήση ήδη μέσα σε λίγες ώρες. Ο λόγος: Η αυτοεκφόρτιση των επαναφορτιζόμενων μπαταριών STIHL είναι αμελητέα μικρή – παρατηρείται μόνο μία έως τρία τοις εκατό απώλεια χωρητικότητας ανά έτος.

Χωρίς φαινόμενο μνήμης

Στις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου δεν υπάρχει φαινόμενο μνήμης. Το φαινόμενο μνήμης είναι μια απώλεια χωρητικότητας επαναφορτιζόμενων μπαταριών νικελίου-καδμίου (NiCd) λόγω μερικής εκφόρτισης. Η επαναφορτιζόμενη μπαταρία απομνημονεύει εδώ την κατανάλωση ενέργειας και με τον καιρό, αντί της αρχικής, παρέχει μόνο τη χωρητικότητα που είχε χρησιμοποιηθεί προηγουμένως.

Όταν μία επαναφορτιζόμενη μπαταρία υπερθερμανθεί

Τα ηλεκτρολογικά προληπτικά μέτρα της επαναφορτιζόμενης μπαταρίας, του φορτιστή και του μηχανήματος εργασίας αποτρέπουν την υπερθέρμανση και απενεργοποιούν αυτόματα τις λειτουργίες σε κρίσιμα σημεία. Για την απίθανη περίπτωση υπερθέρμανσης, όλες οι κυψέλες επαναφορτιζόμενης μπαταρίας τοποθετούνται σε ένα ανθεκτικό και αντιπυρικό περίβλημα.

Οδηγίες αποθήκευσης για επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου

Για τη βέλτιστη αποθήκευση των επαναφορτιζόμενων μπαταριών ιόντων λιθίου συνιστούμε θερμοκρασία περιβάλλοντος περίπου 20 βαθμών. Κατά κανόνα μπορείτε να αποθηκεύετε τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες μεταξύ -20 και +50 βαθμών – ωστόσο, σε αυτές τις οριακές τιμές μπορεί να επηρεαστούν αρνητικά η λειτουργία και η διάρκεια ζωής. Γι’ αυτό σας συνιστούμε να αποθηκεύετε σωστά τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου.

Επαναφορτιζόμενη μπαταρία ιόντων λιθίου STIHL, στο παρασκήνιο μια επαναφορτιζόμενη μηχανή γκαζόν STIHL RMA 339 C
Οι επαναφορτιζόμενες μπαταρίες ιόντων λιθίου STIHL παρέχουν ισχύ στη μηχανή γκαζόν σας.
Επαναφορτιζόμενο ξυλοκοπτικό STIHL GTA 26, πράσινοι θάμνοι στο φόντο
Το επαναφορτιζόμενο ξυλοκοπτικό GTA 26 δημιουργεί τάξη στα φυτά του κήπου σας.

Η ένδειξη φόρτισης στην επαναφορτιζόμενη μπαταρία STIHL

Οι τέσσερις LED στην επαναφορτιζόμενη μπαταρία εμφανίζουν την κατάσταση φόρτισης, αλλά ενδέχεται επίσης να υποδεικνύουν βλάβες του μηχανήματος ή της επαναφορτιζόμενης μπαταρίας. Απλώς πατήστε για αυτό το πλήκτρο της επαναφορτιζόμενης μπαταρίας. Οι LED ανάβουν με πράσινο χρώμα για περίπου πέντε δευτερόλεπτα και, στη συνέχεια, εμφανίζουν την κατάσταση φόρτισης. Εάν αναβοσβήνει μόνο μία LED πράσινη, αυτό υποδεικνύει χαμηλή φόρτιση.

Όταν η επαναφορτιζόμενη μπαταρία είναι συνδεδεμένη στον φορτιστή, οι πράσινες LED εμφανίζουν επίσης την κατάσταση φόρτισης (αν δεν ανάβει καμία LED, η διαδικασία φόρτισης έχει ολοκληρωθεί). Αν οι LED ανάβουν ή αναβοσβήνουν με κόκκινο χρώμα, υπάρχει βλάβη:

 

Ένδειξη-LED
Ερμηνεία
Η επαναφορτιζόμενη μπαταρία πρέπει να φορτιστεί.
Η επαναφορτιζόμενη μπαταρία είναι φορτισμένη στο 20-40%.
Η επαναφορτιζόμενη μπαταρία είναι φορτισμένη στο 40-60%.
Η επαναφορτιζόμενη μπαταρία είναι φορτισμένη στο 60-80%.
Η επαναφορτιζόμενη μπαταρία είναι φορτισμένη στο 80-100%.
Η επαναφορτιζόμενη μπαταρία είναι πολύ ζεστή ή κρύα.
Το μηχάνημα έχει υπερθερμανθεί.
Υπάρχει βλάβη στο μηχάνημα.
Υπάρχει βλάβη στην επαναφορτιζόμενη μπαταρία.

 

Η ένδειξη LED της επαναφορτιζόμενης μπαταρίας ενημερώνει για την κατάσταση φόρτισης ή για βλάβες.

ΠΗΓΗ: STIHL

Διάθεση Ελαιοραβδιστικών “ΚΕΦΑΛΑΚΗΣ”

Ο Ιωάννης Κεφαλάκης πατέρας της ΚΕΦΑΛΑΚΗ ΕΠΕ, ήταν πρωτοπόρος στην παραγωγή ελαιοραβδιστικών και εμπνευστής της «παλλόμενης ελαιοραβδιστικής ράβδου». Ένας άνθρωπος που μέχρι και σήμερα αποτελεί έμπνευση για κάθε εργαζόμενο της εταιρείας μας.
Το όραμά μας δεν είναι άλλο παρά να βελτιστοποιούμε συνεχώς την διαδικασία συγκομιδής και να διευκολύνουμε εσάς.
Έτσι οι βέργες μας είναι φτιαγμένες με τέτοιο τρόπο ώστε να μειώνουν τον χρόνο της συγκομιδής χωρίς να πληγώνουν το ελαιόδεντρο.
Πώς το πετυχαίνουμε αυτό;
Με υψηλή ποιότητα στα υλικά κατασκευής και εξειδικευμένο προσωπικό με εμπειρία στον τομέα του.
Παράλληλα, βάζοντας μπροστά την απόδοση και την ίδια την υγεία του ανθρώπου, προσπαθούμε συνεχώς να κάνουμε τις βέργες μας ελαφρύτερες.

Σωστή Άρδευση Ελιάς

Αναδημοσίευση από STIHL.gr

Η ελιά είναι ανθεκτική στην ξηρασία, αλλά ανταποκρίνεται σε μεγάλο βαθμό στην παροχή νερού με οποιαδήποτε μέθοδο. Τα αρδευόμενα δέντρα τείνουν να παράγουν υψηλότερες αποδόσεις, ενώ το ενοχλητικό φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας μπορεί να μετριαστεί μέσω ενός ορθολογικού και καλά σχεδιασμένου συστήματος άρδευσης. Γενικά, τα ελαιόδεντρα που καλλιεργούνται για ελαιόλαδο χρειάζονται λιγότερη άρδευση από ό,τι αυτά που καλλιεργούνται για επιτραπέζιες ελιές. Ωστόσο, πρέπει να προσέξουμε να μην αρδεύσουμε υπερβολικά τα δέντρα. Η παραγωγή ελαιολάδου βελτιστοποιείται μεταξύ 40 και 70% ETc (εξατμισοδιαπνοή καλλιέργειας). Η υψηλότερη παραγωγή βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο αυτού του εύρους. Η καλύτερη ποιότητα λαδιού βρίσκεται στο κάτω άκρο. Γενικά, η υπερβολική άρδευση αυξάνει το κόστος καλλιέργειας, προάγει την περιττή φυτική ανάπτυξη και ανάπτυξη ζιζανίων, μπορεί να προκαλέσει έκπλυση θρεπτικών συστατικών, μπορεί να μειώσει την ανθοφορία και αυξάνει το κόστος κλαδέματος.

Η ελιά λοιπόν σε γενικές γραμμές δε χρειάζεται πολύ νερό. Χρειάζεται κάποια ποσότητα νερού στοχευμένα σε κάποια κρίσιμα στάδια, καθώς η υπερβολική άρδευση φέρνει μόνο προβλήματα. Η άρδευση στην ελιά θεωρείται απαραίτητη γενικά σε νεαρά δέντρα, αλλά και σε κάποιες βρώσιμες ποικιλίες ελιάς, των οποίων η τιμή αυξάνεται κατακόρυφα αν ο παραγωγός επιτύχει μεγάλο μέγεθος καρπού. Για παράδειγμα, η τιμή στην Καλαμών στην κλάση 100 τεμάχια ανά κιλό είναι σχεδόν τετραπλάσια από ότι για τα 350 τεμάχια ανά κιλό. Επομένως, εκεί η άρδευση είναι σχεδόν απαραίτητη ειδικά σε κάποια στάδια πριν τη συγκομιδή, έτσι ώστε να πάρουμε όσο το δυνατόν περισσότερες ελιές στις “ακριβές” κλάσεις. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, το δέντρο της ελιάς έχει αποδείξει ότι μπορεί να παράξει μια μέτρια ποσότητα μόνο και μόνο εκμεταλλευόμενο τις βροχές, καθώς βλέπουμε ότι ακόμα και στις νοτιότερες περιοχές της χώρας (π.χ. Κρήτη) αρκετοί είναι αυτοί που καλλιεργούν ξερικά. Παρόλα αυτά, αν αποφασίσουμε τελικά να αρδεύσουμε ειδικά σε κάποια κρίσιμα στάδια, το δέντρο φυσικά θα το εκμεταλλευτεί έτσι ώστε να δώσει περισσότερη και κάποιες φορές ποιοτικότερη παραγωγή, καθώς και να είναι μακροπρόθεσμα πιο υγιές και εύρωστο. Αυτός είναι ο λόγος που αρδεύεται το 70% των καλλιεργούμενων εκτάσεων ελιάς παγκοσμίως. Αντιθέτως, στη χώρα μας έχουμε κατά πλειοψηφία μη αρδευόμενες καλλιεργούμενες εκτάσεις ελιάς.

Γιατί και Πότε Αρδεύουμε την Ελιά;

Με την άρδευση ρυθμίζεται αποτελεσματικά το άνοιγμα των στοματίων των φύλλων. Επίσης με την άρδευση παρατηρείται αυξημένη διαφοροποίηση των οφθαλμών και άρα υψηλή άνθηση και καρπόδεση που θα προσφέρει υψηλή απόδοση. Επιπλέον μειώνεται το φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας και προωθείται η επετειοφορία με αποτέλεσμα ο ελαιώνας μας να είναι παραγωγικός κάθε χρόνο. Ακόμα, με την άρδευση οι βλαστοί αυξάνονται φυσιολογικά και οι καρποί είναι μεγαλύτεροι σε μέγεθος και λείοι. Αν και το ποσοστό του ελαιόλαδου / βάρος καρπού είναι μικρότερο, απ’ ότι σε ένα ξερικό ελαιώνα, συνολικά παρατηρείται υψηλότερη παραγωγή.

H ισορροπημένη άρδευση λοιπόν ευνοεί τη βλάστηση, ανθοφορία και καρποφορία των ελαιόδεντρων. Ξηρικά η ελιά καλλιεργείται συνήθως σε περιοχές με βροχοπτώσεις που υπερβαίνουν ετησίως τα 450 χιλιοστά βροχής. Ακόμα και αν συνολικά σε ετήσια βάση μπορεί να υπάρχουν αρκετές βροχοπτώσεις στην περιοχή μας (π.χ. 500 ή 600 mm), οι βροχοπτώσεις αυτές δεν είναι ομοιόμορφα κατανεμημένες. Έτσι, σε πολύ κρίσιμα στάδια της ανάπτυξης που αναφέρονται παρακάτω, μπορεί το δέντρο μας να μείνει “ακάλυπτο” από πλευράς υδατικών αναγκών, κάτι που έχει άμεσες συνέπειες στην παραγωγή μας.

Υπάρχουν κάποιες περίοδοι κατά τις οποίες απαιτείται η ύπαρξη του νερού, καθώς αν αυτό δεν επαρκεί έχουμε αρνητικές επιπτώσεις στα δέντρα μας και την παραγωγή τους. Στη χώρα μας, κατά μέσο όρο την περίοδο από Φεβρουάριο μέχρι τον Ιούνιο πραγματοποιούνται κάποιες κρίσιμες διεργασίες για το ελαιόδεντρο, όπως η διαφοροποίηση των οφθαλμών, η άνθηση, η καρπόδεση και η αύξηση των βλαστών. Η μη ικανοποίηση υδατικών αναγκών του δέντρου σε αυτό το στάδιο μπορεί να επιφέρει μειωμένη διαφοροποίηση οφθαλμών, μειωμένη άνθηση και κατά συνέπεια μειωμένη καρπόδεση, και άρα μικρότερη παραγωγή. Από την άλλη μεριά οι μικρότερες απαιτήσεις σε νερό που έχει η ελιά όσο και αν φαίνεται περίεργο είναι την περίοδο από μέσα Ιουλίου μέχρι και τέλη Αυγούστου. Μπορούμε να ελαχιστοποιήσουμε την εφαρμογή νερού από το στάδιο σκλήρυνσης του πυρήνα (περίπου τον Ιούλιο) έως και το τέλος Αυγούστου, χωρίς να υπάρχει σχεδόν καμία επίδραση στην παραγωγή (ελεγχόμενη ελλειμματική άρδευση).

Ένα παράδειγμα για να καταλάβουμε την ομοιόμορφη κατανομή του νερού και το τι προβλήματα μπορεί να δημιουργήσει η ανομοιομορφία είναι το εξής: Έστω ότι έχουμε έναν ελαιώνα ο οποίος βρίσκεται σε περιοχή όπου βρέχει αρκετά συχνά την περίοδο του χειμώνα αλλά έχουμε έλλειψη βροχοπτώσεων κατά την περίοδο από μέσα Μαρτίου μέχρι και τον Απρίλιο. Ο παραγωγός θα δει τις ελιές του να είναι γεμάτες άνθη αλλά τον χειμώνα που θα πάει για να συγκομίσει η παραγωγή θα είναι αρκετά πιο κάτω από την αναμενόμενη. Αυτό θα έχει συμβεί  γιατί την περίοδο της ανθοφορίας δεν είχαμε επαρκείς ποσότητες νερού και έτσι είχαμε μεγάλο ποσοστό ατελών ανθέων και μειωμένη διαφοροποίηση οφθαλμών. Συνεπώς, η ανομοιομορφία στην κατανομή των βροχοπτώσεων είναι ένα σημαντικό πρόβλημα ειδικά σε εδάφη με χαμηλή υδατοϊκανότητα (εδάφη που δεν κρατούν το νερό, όπως συμβαίνει με τα αμμώδη εδάφη). Σε αυτές τις περιπτώσεις, η άρδευση από τη μεριά του ελαιοπαραγωγού σε κάποια στάδια κρίνεται αναγκαία για μια υψηλή παραγωγή.

Όπου είναι απαραίτητο γενικά, συνιστάται άρδευση πριν από την έναρξη της ανθοφορίας, διότι η άρδευση κατά την περίοδο ανθοφορίας μπορεί να οδηγήσει σε έκπλυση της ποσότητας αζώτου που έχουμε ρίξει στο έδαφος.

Το φθινόπωρο, από το Σεπτέμβριο έως και τη συγκομιδή, αν το δέντρο έχει στη διάθεσή του επαρκείς ποσότητες νερού, μεγαλώνει αρκετά τους βλαστούς βοηθώντας σε μια καλή παραγωγή την επόµενη χρονιά. Στους καρπούς ολοκληρώνεται ο σχηµατισµός του λαδιού και ο καρπός αποκτά το μέγιστο δυνατό μέγεθος με την απορρόφηση νερού. Αν το φθινόπωρο δεν υπάρχει αρκετό νερό, οι καρποί συρρικνώνονται και αυτό δημιουργεί πολλά προβλήματα. Αντίθετα, με αρκετή υγρασία στο έδαφος τον Σεπτέμβριο έως τη συγκομιδή παράγεται αρκετό ελαιόλαδο και καλής ποιότητας.

Τι πρέπει να γνωρίζουμε πριν την Άρδευση της Ελιάς;

Απαραίτητο πριν ξεκινήσουμε οποιαδήποτε σκέψη για άρδευση είναι να πάρουμε στα χέρια μας μία ανάλυση εδάφους. Η ανάλυση εδάφους σε συνδυασμό με συζήτηση με τον γεωπόνο της περιοχής μας θα μας υποδείξει αν χρειάζεται άρδευση, σε τι συχνότητα, σε ποια χρονικά σημεία, αλλά μπορεί να επηρεάσει ακόμα και τη μέθοδο άρδευσης που θα ακολουθήσουμε. Για παράδειγμα, σε αμμώδη εδάφη που δεν κρατάνε νερό, συνίστανται συχνά ποτίσματα με λίγο νερό και όχι μία φορά με πολύ νερό. Επίσης, δυστυχώς σε αμμώδη εδάφη, το νερό πάει σχεδόν απολύτως κατακόρυφα προς τα κάτω, δεν απλώνεται έτσι ώστε να διαβρέξει έναν μεγάλο όγκο χώματος. Συνεπώς πρέπει να διαβρέχουμε διαφορετικά σημεία σε κάποια απόσταση γύρω από τον κορμό, και όχι μόνο ένα. Στην περίπτωση αυτή, μπορεί μετά από συζήτηση με το γεωπόνο της περιοχής μας να καταλήξουμε ότι χρειαζόμαστε σύστημα με 2 μπεκ 180 μοιρών αντιδιαμετρικά του δέντρου και όχι σύστημα με σταγόνες (σπάνια περίπτωση αλλά μπορεί να συμβεί). Αντιθέτως, σε μέσης σύστασης έδαφος, μπορεί να καλυπτόμαστε άριστα με ένα σύστημα ακόμα και με ένα σταλάκτη ανά δέντρο (υπό προϋποθέσεις).

Καλό είναι να γνωρίζουμε γενικά ότι ήδη από 1,7 μέτρα βάθος και κάτω δεν υπάρχουν κατά κανόνα ενεργά ριζικά τριχίδια για να μπορέσει η ελιά να απορροφήσει νερό. Δυστυχώς, κατά μέσο όρο το ριζικό σύστημα ενός ώριμου δέντρου ελιάς μπορεί να απορροφήσει επαρκώς νερό και θρεπτικά συστατικά σε ένα στρώμα από 1,2 έως και 1,7 μέτρα βάθος, ενώ αντίθετα οι ρίζες που στηρίζουν το δέντρο αλλά δεν απορροφούν νερό μπορούν να φτάσουν πολλά μέτρα βάθος. Αυτό το στοιχείο σε συνδυασμό με τυχόν ελαφριά εδάφη μας δημιουργεί πολλά προβλήματα στο σχεδιασμό του συστήματος άρδευσης.

Επίσης, καλό είναι να γνωρίζουμε ότι οι καρποί των αρδευόμενων δέντρων φτάνουν σε υψηλή κατά κανόνα ελαιοπεριεκτικότητα αργότερα σε σχέση με τους καρπούς των ξηρικών δέντρων. Επίσης, για τα αρδευόμενα δέντρα, η αλλαγή του χρώματος του καρπού από πράσινο σε μαύρο γίνεται πιο σταδιακά. Η περιεκτικότητα σε ελαιόλαδο ως ποσοστό του βάρους των νωπών καρπών τείνει να είναι υψηλότερη φυσικά για τα ξηρικά από ό,τι για τα αρδευόμενα δέντρα, αλλά συνολικά με τη άρδευση έχουμε περισσότερες ελιές μεγαλύτερης μάζας.

Τέλος, πρέπει να γνωρίζουμε ότι σε αυτό το δύσκολο εγχείρημα (να παρέχουμε σε κάθε δέντρο ελιάς τη βέλτιστη ποσότητα νερού στο κατάλληλο χρονικό σημείο) δεν είμαστε μόνοι μας, καθώς έχουμε σύμμαχο την τεχνολογία. Είναι φύσει αδύνατο να μπορέσουμε να επιτύχουμε ορθή άρδευση μόνο εμπειρικά, μόνο με ένστικτο και παρατηρώντας απλώς τα δέντρα ή πιάνοντας το χώμα. Η τεχνολογία μας βοηθά, καθώς στο εμπόριο υπάρχουν πολλές συσκευές (για παράδειγμα μετρητές υγρασίας εδάφους) που μπορούν να μας δώσουν με ασφάλεια κάποιες απαραίτητες μετρήσεις επί τόπου. Με ένα κόστος της τάξης των 30 ευρώ, μπορούμε να έχουμε μία μικρή συσκευή σε μέγεθος κινητού τηλεφώνου, την οποία μπορούμε να εφαρμόσουμε σε όποιο σημείο του ελαιώνα μας θέλουμε και αυτή μας δίνει ταυτόχρονα θερμοκρασία, υγρασία και pH εδάφους για το συγκεκριμένο αυτό σημείο. Κάτι τέτοιο είναι απολύτως απαραίτητο να το έχουμε πάντα μαζί μας ακόμα και ως ερασιτέχνες καλλιεργητές σε έναν ελαιώνα 30 δέντρων. Φυσικά, ως επαγγελματίες καλλιεργητές εκατοντάδων δέντρων, υπάρχουν πολύ πιο εξελιγμένα συστήματα παρακολούθησης, καταγραφής και ανάλυσης αυτών και άλλων παραμέτρων καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε.

Πώς Αρδεύουμε την Ελιά

Όπως συμβαίνει σε πολλές άλλες καλλιέργειες, υπάρχουν κινητά και ακίνητα συστήματα άρδευσης που χρησιμοποιούνται συνήθως σε ελαιώνες. Τα κινητά συστήματα δεν έχουν κόστος εγκατάστασης, αλλά είναι μεγάλης έντασης εργασίας. Τα ακίνητα συστήματα απαιτούν αρχική επένδυση και έχουν μεγάλο κόστος συντήρησης.

Τα συνηθέστερα συστήματα άρδευσης της ελιάς είναι τα παρακάτω:

Κατάκλυση

Η άρδευση με κατάκλυση είναι ένα σύστημα που προτιμάται σε εδάφη με κλίση έως 3%. Δυστυχώς δεν προσδίδει ομοιόμορφη και ελεγχόμενη κατανομή του νερού σε όλα τα δέντρα, και γι’ αυτό στις μέρες μας αποφεύγεται.

Αυλάκια

Στην άρδευση με αυλάκια, ένας περιοριστικός παράγοντας είναι η κλίση του εδάφους να μην ξεπερνά το 1%. Τα πλεονεκτήματα της μεθόδου είναι ο απλός σχεδιασμός και η μικρή δαπάνη για την προετοιμασία του εδάφους. Από την άλλη μεριά όμως οδηγεί σε υψηλή και άσκοπη κατανάλωση νερού, σε έκπλυση θρεπτικών συστατικών και σε ανομοιόμορφο πότισμα.

Τεχνητή Βροχή

Η τεχνητή βροχή με μικροεκτοξευτήρες είναι ένας τρόπος να ποτίζουμε διαφορετικά σημεία γύρω από ένα δέντρο αν αυτό είναι απαραίτητο, όπως πχ. σε εδάφη με ποσοστό άνω του 70% σε άμμο όπως αναφέραμε πριν. Η τεχνητή βροχή είναι ένα σύστημα με απλή διαχείριση που δεν απαιτεί ιδιαίτερες δαπάνες. Ωστόσο η επίδραση του αέρα στην κατανομή της βροχής είναι ένας παρεμποδιστικός παράγοντας στην αποτελεσματική άρδευση. Επίσης, ακριβώς επειδή διαβρέχουμε μία μεγαλύτερη επιφάνεια, η τεχνητή βροχή ευνοεί την ανάπτυξη των ζιζανίων, ενώ σε συνδυασμό με δυνατό αέρα ή λάθος τοποθέτηση μπορεί να προκαλέσει τη διαβροχή του κορμού με κίνδυνο την ανάπτυξη ασθενειών.

Στάγδην Άρδευση

Η στάγδην άρδευση (άρδευση με σταλάκτες) χρησιμοποιεί διάτρητους σωλήνες που λειτουργούν με χαμηλή πίεση. Το σύστημα υπερτερεί στην οικονομία και αποτελεσματική χρήση του νερού. Τα πλεονεκτήματά του είναι ότι μπορεί να συνδυαστεί με υδρολίπανση και περιορίζει την ανάπτυξη των ζιζανίων. Όμως όπως και κάθε σύστημα έχει τα μειονεκτήματά του. Μεταξύ αυτών είναι κυρίως το υψηλό κόστος συντήρησης, αλλά και η πιθανότητα να φράξουν οι σταλάκτες, να τρυπήσουν από διάφορους παράγοντες (π.χ. τσίμπημα πουλιών κτλ) και άλλα. Αν αυτό δυστυχώς δεν το αντιληφθεί ο παραγωγός άμεσα, θα επηρεάσει έναν μεγάλο αριθμό δέντρων. Στις μέρες μας, προτιμάται σαν επιλογή το σύστημα των σταγόνων και αρκετοί παραγωγοί -όπως βλέπουμε και στην παρακάτω φωτογραφία- διατηρούν ψηλά τα λάστιχα, έτσι ώστε να μην τους εμποδίζουν στις εργασίες με τον καταστροφέα. Κάποιοι άλλοι παραγωγοί όμως πιστεύουν ότι αυτό είναι λάθος, καθώς όσο και να προσεχτούν τα λάστιχα που είναι ψηλά, κάποια στιγμή θα παρουσιάσουν διαρροές. Κάποιο από το νερό αυτό με τη βοήθεια του αέρα είναι σίγουρο ότι θα καταλήξει στον κορμό του δέντρου, και τότε ξεκινούν τα προβλήματα ασθενειών.

 

Υπόγεια Στάγδην Άρδευση

Η υπόγεια στάγδην άρδευση είναι μια χαμηλής πίεσης μέθοδος άρδευσης που μεταφέρει το νερό κατευθείαν στις ρίζες των φυτών μέσω πλαστικών αγωγών εφαρμογής που είναι μόνιμα θαμμένοι στο υπέδαφος. Η επιφάνεια του εδάφους μπορεί να παραμένει στεγνή, ενώ ταυτόχρονα το δέντρο να αρδεύεται. Επιτρέπει στο νερό να διανέμεται ομοιόμορφα ανεξάρτητα από το σχήμα των αρδευόμενων εκτάσεων. Οπωσδήποτε έχει αρκετά μεγάλο κόστος σχεδιασμού, εγκατάστασης αλλά και συντήρησης (ειδικά αν φράξουν οι σταλάκτες), ενώ χρειάζεται πολλή προσοχή στις γεωργικές εργασίες. Από την άλλη όμως παρέχει πολύ στοχευμένη άρδευση με μεγάλη οικονομία νερού.

Τι να αποφύγουμε κατά την Άρδευση της Ελιάς

Με όποιον τρόπο κι αν επιλέξουμε να αρδεύσουμε τον ελαιώνα μας, είναι σημαντικό να θυμόμαστε να αποφεύγουμε την άμεση διαβροχή του κορμού και του εδάφους σε μικρή απόσταση από αυτόν. Αυτό γιατί σ’ αυτήν την απόσταση δεν υπάρχει ενεργό ριζικό σύστημα για να απορροφήσει το νερό που προσφέρουμε στα δέντρα. Επίσης, ο λαιμός των ελαιόδεντρων είναι αρκετά ευαίσθητος σε ασθένειες του εδάφους και μικροοργανισμούς που ευνοούνται από την υγρασία.

Τι θα γίνει αν αρδεύσουμε υπερβολικά την Ελιά

Όταν αρδεύουμε πλήρως την ελιά (100% ΕΤc), αφενός μεν δεν κερδίζουμε και πολλά πράγματα σε σχέση με την ελλειμματική άρδευση, αφετέρου ευνοούνται οι βερτισιλλιώσεις, η υπερβολική ανάπτυξη ζιζανίων, καθώς και η ραγδαία αύξηση πληθυσμού διαφόρων εχθρών, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον δάκο.

Όταν αρδεύουμε υπερβολικά, τότε σίγουρα αυξάνεται σημαντικά το κόστος της παραγωγής, αλλά και το κόστος του κλαδέματος σε σημείο που μπορεί να γίνεται ασύμφορη η καλλιέργεια. Επίσης, το υπερβολικό νερό στους καρπούς μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη ποιότητα λαδιού. Τέλος, το παραπανίσιο νερό οδηγεί σε βλαστομανία, δηλαδή σε υπερβολική ανάπτυξη των βλαστών, κάτι που συνεπάγεται σε σκίαση των δέντρων και άρα σε μείωση της φωτοσύνθεσης, με αποτέλεσμα τη μειωμένη καρποφορία την επόμενη χρονιά.

Άλλες μέθοδοι που μας βοηθούν στην Ορθή Διαχείριση Νερού:

Εδαφοκάλυψη και Χλωρά Λίπανση

Μια άλλη τακτική που ίσως είναι ωφέλιμο να εφαρμόζουμε στον αρδευόμενο ελαιώνα μας είναι η εδαφοκάλυψη. Η τεχνική της εδαφοκάλυψης προστατεύει το έδαφος από την ξηρασία εξαιτίας της εξάτμισης, καθώς και από διάβρωση του εδάφους, καταπολεμώντας παράλληλα και τα ζιζάνια. Μπορεί να εφαρμοστεί με τη χρήση θρυμματισμένων υλικών κλαδέματος καθώς θα βγουν νωπά από τον θρυμματιστή. Θετικά αποτελέσματα έχουν επίσης προκύψει από τη χρήση της χλωρής λίπανσης. Κατάλληλα φυτά που επιλέγονται είναι το έρπον τριφύλλι, ο βίκος, το κτηνοτροφικό κουκί και το κτηνοτροφικό μπιζέλι. Τα φυτά αυτά περιέχουν αζωτοδεσμευτικά βακτήρια που εναποθέτουν άζωτο στο έδαφος. Επίσης, σημαντική θεωρείται και η διατήρηση της αυτοφυούς χλωρίδας (π.χ. οξαλίδα). Πολλές φορές ασκεί ανασταλτική δράση στα ζιζάνια.

Συμπέρασμα

Γίνεται λοιπόν σαφές πως η άρδευση της ελιάς είναι μια καλλιεργητική τεχνική που αν γίνει χωρίς μελέτη, διασταύρωση στοιχείων και συζήτηση με τον γεωπόνο της περιοχής μας, είναι σίγουρο ότι θα κάνει περισσότερο κακό παρά καλό στα δέντρα μας. Όταν όμως γίνεται μετά από ενδελεχή έρευνα και συλλογή στοιχείων -όχι γενικά αλλά συγκεκριμένα για τον ελαιώνα μας- μπορεί όντως να προσφέρει υψηλότερη και ποιοτικότερη παραγωγή, ενώ μπορεί να συμβάλλει στην υγεία και μακροημέρευση των δέντρων μας, καθώς τα καθιστά πιο ανθεκτικά απέναντι σε ασθένειες και πάσης φύσεως στρες.

Βιβλιογραφία

  1. http://www.fao.org/land-water/databases-and-software/crop-information/olive/en/
  2. https://www.frontiersin.org/articles/10.3389/fpls.2019.01243/full
  3. «Ελαιοκομία», Ιωάννης Ν. Θεριός, Εκδόσεις Γαρταγάνη, Θεσσαλονίκη 2015
  4. https://www.aua.gr/roussos/Roussos/pdf/Printing%20Lessons/Olive/6-Irrigation.pdf
  5. «Επισκόπηση των τρόπων άρδευσης με έμφαση στην υπόγεια στάγδην άρδευση», Διπλωματική Εργασία Αθανασιάδου Βασιλική, Κονσούλα Αθανασία, Μπατσούκα Ασπασία, Θεσσαλονίκη 2007
  6. «Ελιά»,  Δρ. Ειρήνη Καρατάσιου, Δρ. Ηλίας Κάλφας, Αμερικανική Γεωργική Σχολή, Θεσσαλονίκη 2018

Απόσυρση παλαιών μηχανημάτων STIHL

Αποσύρετε το παλιό σας STIHL μηχάνημα κα κερδίστε επιπλέον έκπτωση στην επόμενη αγορά σας.

Η STIHL δεσμεύεται ότι θα διαθέτει ανταλλακτικά για όλα της τα μηχανήματα για τουλάχιστον 10 χρόνια από την ημερομηνία κατάργησης του μοντέλου. (Στην πράξη έχουμε δει ότι αυτό το διάστημα για πολλά μοντέλα υπερβαίνει κατά πολύ τα 10 χρόνια.)

Έχουμε λοιπόν εφαρμόσει ένα πρόγραμμα απόσυρση παλαιών μηχανημάτων για να διευκολύνουμε τους ιδιοκτήτες των μηχανημάτων μας, στους οποίους δεν μπορούμε πλέον να παράσχουμε τα ανταλλακτικά που ίσως χρειαστούν, ώστε να αποκτήσουν οικονομικότερα το επόμενο STIHL μηχάνημα τους.
Η εν λόγω ενέργεια ισχύει μόνο για απόσυρση μηχανημάτων STIHL, και μάλιστα συγκεκριμένων μοντέλων, των οποίων η παραγωγή έχει προ πολλού σταματήσει.

Τα μοντέλα που μπορούν να αποσυρθούν αναφέρονται εδώ:

AΛYΣOΠPIONA

009 028 070
010 030 075
011 031 076
012 032 084
015 034 090
017 041 090G
018* 042 E10
019 045 E14
020** 050 E20
021*** 051 E30
024 056 MS 190 T

 

Σημειώσεις:

* μοντέλο με πείρο 8mm

** το μοντέλο της οικογένειας 1114

*** το μοντέλο με μονό αντίβαρο στο στρόφαλο

XOPTOKOΠTIKA

FS 36 FS 180 FS 76
FS 40 FS 220 FS 81
FS 44 FS 280 FS 86
FS 108 FS 66 FS 75
FS 106 FS 72 FS 80
FS 160 FS 74 FS 85

ΨAΛIΔIA MΠOPNTOYPAΣ

HS 75 HS 80 HS 85

ΠΛYΣTIKA

RE 102 RE 127 RE 250
RE 104 RE 140 RE 260
RE 105 RE 141 RE 270
RE 106 RE 160 RE 127
RE 107 RE 161 RE 280
RE 115 RE 220
RE 125 RE 240

KINHTHPEΣ KOMBI

KM 85

Όφελος απόσυρσης

Αποσύροντας ένα από τα πιο πάνω μοντέλα, μπορείτε να αποκτήσετε ένα καινούριο μηχάνημα STIHL, με επιπλέον όφελος:

  • 10% αν το μηχάνημα που επιλέξετε να αγοράσετε βρίσκεται ήδη σε κάποια άλλη προσφορά*

  • 20% αν το μηχάνημα που επιλέξετε να αγοράσετε δεν βρίσκεται  σε κάποια άλλη προσφορά

Είμαστε  πάντα δίπλα σας με λύσεις και προτάσεις, που διευκολύνουν τις εργασίες σας στο δάσος, το κτήμα και τον κήπο!

* Εξαιρούνται τα προϊόντα που βρίσκονται σε παράλληλες καμπάνιες απόσυρσης

Νέα προϊόντα – FSA 30 Επαναφορτιζόμενο Χορτοκοπτικό

Εκτελεί εργασίες κοπής και καθαρισμού στον κήπο του σπιτιού σας εύκολα, ευέλικτα και με ακρίβεια

Το συμπαγές επαναφορτιζόμενο χορτοκοπτικό STIHL FSA 30 είναι  κατάλληλο για το κούρεμα χόρτου μεσαίου ύψους, τη συντήρηση των άκρων του γκαζόν και τον καθαρισμό γύρω από τα δέντρα, κάτω από τους θάμνους και κατά μήκος τοίχων ή σκαλοπατιών.

Ο ηλεκτροκινητήρας του FSA 30 λειτουργεί τόσο αθόρυβα που δεν χρειάζεται να φοράτε προστατευτικά ακοής κατά τη χρήση, καθιστώντας αυτό το χορτοκοπτικό ιδανικό για χρήση σε περιοχές με ευαισθησία στον θόρυβο. Το μοντέλο τροφοδοτείται με ενέργεια από εναλλάξιμες μπαταρίες από το ευέλικτο σύστημα STIHL AS. Οι λυχνίες LED στο επαναφορτιζόμενο μηχάνημα υποδεικνύουν το επίπεδο φόρτισης της μπαταρίας.

Το STIHL FSA 30 έχει στον βασικό του εξοπλισμένο την κεφαλή κοπής STIHL PolyCut 3-2 με 2 ανθεκτικές και κινητές πλαστικές λεπίδες PolyCut. Για καταστεί δυνατή η γρήγορη αντικατάσταση των λεπίδων, έως και 6 λεπίδες PolyCut μπορούν να αποθηκευτούν στη μονάδα αποθήκευσης του επαναφορτιζόμενου μηχανήματος και να αντικατασταθούν απευθείας στην κεφαλή κοπής χωρίς εργαλεία. Υπάρχει επίσης η δυνατότητα χρήσης του FSA 30 με την κεφαλή κοπής AutoCut C 3-2 που διατίθεται ως αξεσουάρ και με γραμμές κοπής διαμέτρου 1,4 mm.

Χάρη στον εργονομικό σχεδιασμό του, τις ευέλικτες επιλογές ρύθμισης και το χαμηλό βάρος μόλις 2,3 kg, συμπεριλαμβανομένης της μπαταρίας, το FSA 30 επιτρέπει άνετη και αβίαστη εργασία. Η μαλακή λαβή είναι άνετη στο χέρι και επιτρέπει τον απλό, διαισθητικό χειρισμό. Μπορείτε να ρυθμίσετε τον τηλεσκοπικό άξονα και τη λαβή βρόχου σταδιακά με το πάτημα ενός κουμπιού, ανάλογα με το ύψος σας. Η γωνία εργασίας της μονάδας κουρέματος μπορεί επίσης να ρυθμιστεί εύκολα για ακόμα πιο άνετη εργασία, ενώ μπορείτε απλά να στρέψετε τη μονάδα κουρέματος κατά 90° για να μπορέσετε να κόψετε με ακρίβεια τις άκρες του γκαζόν. Ο αναδιπλούμενος βραχίονας αποστάτη διευκολύνει το ακριβές και ομαλό κούρεμα γύρω από φυτά, δέντρα, θάμνους και άλλα αντικείμενα. Το χορτοκοπτικό μπαταρίας FSA 30 διαθέτει μια πρακτική θηλιά ανάρτησης για αποθήκευση με εξοικονόμηση χώρου σε τοίχο στο γκαράζ ή στην αποθήκη εργαλείων.

Στην επισκόπησή μας για τους χρόνους λειτουργίας της μπαταρίας STIHL και τους χρόνους φόρτισης, μπορείτε να δείτε πόση ώρα μπορείτε να εργάζεστε με το χορτοκοπτικό μπαταρίας STIHL FSA 30 και πόσος χρόνος απαιτείται για τη φόρτιση της χρησιμοποιούμενης μπαταρίας.

Τεχνικές λεπτομέρειες
Ονομαστική τάση 10,8 V
Βάρος 2,3 kg
Στάθμη ηχοπίεσης 76 dB(A) 1)
Στάθμη ηχητικής ισχύος 89 dB(A) 1)
Δονήσεις αριστερά/δεξιά 1,5/1,9 m/s² 2)
Δονήσεις, αριστερά/δεξιά με μεταλλικό εξάρτημα 1,5/1,9 m/s²
Συνολικό μήκος 116 cm 3)
Διάμετρος κύκλου κοπής 230 mm
Συνιστώμενη μπαταρία AS 2
Διάρκεια λειτουργίας μπαταρίας έως 19 min 4)
Διάρκεια λειτουργίας μπαταρίας έως 10 min 5)

Πληροφορίες σχετικά με τη νομοθεσία περί μπαταριών και ηλεκτρικών εργαλείων

Πληροφορίες σχετικά με τον νόμο περί μπαταριών:

Επειδή στις αποστολές μας ενδέχεται να περιλαμβάνονται μπαταρίες και επαναφορτιζόμενες μπαταρίες, είμαστε υποχρεωμένοι σύμφωνα με τον νόμο περί μπαταριών (BattG) να σας επισημάνουμε τα εξής: Οι μπαταρίες και οι επαναφορτιζόμενες μπαταρίες δεν επιτρέπεται να απορρίπτονται μαζί με τα οικιακά απορρίμματα, υπάρχει νομική υποχρέωση να επιστρέφονται οι χρησιμοποιημένες μπαταρίες και επαναφορτιζόμενες μπαταρίες. Οι παλιές μπαταρίες μπορεί να περιέχουν βλαβερές ουσίες που σε μη ενδεδειγμένη αποθήκευση ή απόρριψη μπορεί να προκαλέσουν βλάβη στο περιβάλλον ή την υγεία σας. Οι μπαταρίες περιέχουν όμως και σημαντικές πρώτες ύλες, όπως π.χ. σίδηρο, ψευδάργυρο, μαγγάνιο ή νικέλιο, και μπορούν να ανακυκλωθούν. Μετά τη χρήση μπορείτε είτε να επιστρέψετε τις μπαταρίες σε εμάς είτε να τις επιστρέψετε δωρεάν σε ένα κατάλληλο σημείο κοντά σας (π.χ. στο εμπόριο ή σε κοινοτικά σημεία συλλογής ή στην αποθήκη μας). Η παράδοση στα σημεία πώλησης περιορίζεται στις ποσότητες που συνηθίζονται για τους τελικούς χρήστες, καθώς και σε παλιές μπαταρίες, τις οποίες ο διανομέας έχει χρησιμοποιήσει ή διαθέσει στην γκάμα του ως νέες μπαταρίες.

Το σύμβολο με τον διαγραμμένο κάδο απορριμμάτων σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται να απορρίπτετε τις μπαταρίες και τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες μαζί με τα οικιακά απορρίμματα. Σε αυτό το σύμβολο θα βρείτε πρόσθετα τα ακόλουθα σύμβολα με την εξής ερμηνεία:

  • Pb: Η μπαταρία περιέχει μόλυβδο
  • Cd: Η μπαταρία περιέχει κάδμιο
  • Hg: Η μπαταρία περιέχει υδράργυρο

Πληροφορίες για τις ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές:

Συμμορφωνόμαστε με τις υποχρεώσεις του νόμου περί ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών (ElektroG)  και, ως πελάτες μας, σας ενημερώνουμε για τα εξής:

 

Μην απορρίπτετε τις ηλεκτρικές παλιές συσκευές στα οικιακά απορρίμματα. Οι καταναλωτές υποχρεούνται από τον νόμο να φροντίζουν για μια σωστή και ξεχωριστή από τα οικιακά απορρίμματα απόρριψη.
Για να είναι αυτό ευδιάκριτο, όλα τα νέα ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά προϊόντα που τέθηκαν σε κυκλοφορία από το 2005, φέρουν το σύμβολο ενός διαγραμμένου κάδου απορριμμάτων ως ορατό σύμβολο της προστασίας των πόρων και της προστασίας του περιβάλλοντος.

Έχετε τη δυνατότητα να φέρνετε ηλεκτρικές παλιές συσκευές σε ένα κατάλληλο σημείο συλλογής στο εμπόριο ή στην κοινότητα.

Έναν άλλο τρόπο απόρριψης μιας παλιάς ηλεκτρικής συσκευής παρέχουμε με τον συνεργάτη μας ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΩΝ ΣΥΣΚΕΥΩΝ.
Στον παρακάτω σύνδεσμο μπορείτε να βρείτε το πλησιέστερο σημείο παράδοσης για τις παλιές ηλεκτρικές σας συσκευές.

Αφαιρέστε τις μπαταρίες και τις επαναφορτιζόμενες μπαταρίες, αν είναι εφικτό και απορρίψτε τις όπως περιγράφεται στην ενότητα «Πληροφορίες για τον νόμο για τις μπαταρίες». Στις συσκευές με μνήμες δεδομένων έχετε την υποχρέωση να διαγράφετε τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

Θέση Εργασίας

Αναζητούμε υπάλληλο για την επισκευή των μηχανημάτων και την εξυπηρέτηση πελατών.

Προϋπόθεση η γνώση επισκευής δίχρονων και τετράχρονων κινητήρων (αλυσοπρίονα, χορτοκοπτικά, ψεκαστικά, μηχανές γκαζόν κλπ).

Απαιτούμενα προσόντα:
• Επαγγελματική παρουσία και συμπεριφορά
• Προϋπηρεσία σε αντίστοιχη θέση επιθυμητή
• Υπευθυνότητα και εντιμότητα

Παροχές:
• Μισθός ικανοποιητικός
• Ασφαλιστική κάλυψη
• Πλήρες ωράριο
• Δυνατότητα εκπαίδευσης σε νέα προϊόντα

Αποστολή βιογραφικών : ergasia@ayfanth.gr
Τηλ Επικοινωνίας: 2421023616

Εάν τα προσόντα σας και η προηγούμενη εμπειρία ταιριάζουν με αυτά που απαιτούνται, θα επικοινωνήσουμε μαζί σας.
Θα θέλαμε να σας ενημερώσουμε ότι θα επεξεργαστούμε το βιογραφικό σας σημείωμα και τα δεδομένα σας αντικειμενικά και σύννομα.
Στην παρακάτω σελίδα μπορείτε να δείτε τους όρους Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων υποψηφίων προς απασχόληση. Η αποστολή των στοιχείων σας αυτόματα δηλώνει πλήρη αποδοχή των σχετικών όρων.

Σας ευχαριστούμε.

Σωστή Άρδευση Ελιάς

https://www.stihl.gr/olive-grove-irrigation.aspx

Ολα όσα πρέπει να γνωρίζετε

Η ελιά είναι ανθεκτική στην ξηρασία, αλλά ανταποκρίνεται σε μεγάλο βαθμό στην παροχή νερού με οποιαδήποτε μέθοδο. Τα αρδευόμενα δέντρα τείνουν να παράγουν υψηλότερες αποδόσεις, ενώ το ενοχλητικό φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας μπορεί να μετριαστεί μέσω ενός ορθολογικού και καλά σχεδιασμένου συστήματος άρδευσης. Γενικά, τα ελαιόδεντρα που καλλιεργούνται για ελαιόλαδο χρειάζονται λιγότερη άρδευση από ό,τι αυτά που καλλιεργούνται για επιτραπέζιες ελιές. Ωστόσο, πρέπει να προσέξουμε να μην αρδεύσουμε υπερβολικά τα δέντρα. Η παραγωγή ελαιολάδου βελτιστοποιείται μεταξύ 40 και 70% ETc (εξατμισοδιαπνοή καλλιέργειας). Η υψηλότερη παραγωγή βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο αυτού του εύρους. Η καλύτερη ποιότητα λαδιού βρίσκεται στο κάτω άκρο. Γενικά, η υπερβολική άρδευση αυξάνει το κόστος καλλιέργειας, προάγει την περιττή φυτική ανάπτυξη και ανάπτυξη ζιζανίων, μπορεί να προκαλέσει έκπλυση θρεπτικών συστατικών, μπορεί να μειώσει την ανθοφορία και αυξάνει το κόστος κλαδέματος.

Η ελιά λοιπόν σε γενικές γραμμές δε χρειάζεται πολύ νερό. Χρειάζεται κάποια ποσότητα νερού στοχευμένα σε κάποια κρίσιμα στάδια, καθώς η υπερβολική άρδευση φέρνει μόνο προβλήματα. Η άρδευση στην ελιά θεωρείται απαραίτητη γενικά σε νεαρά δέντρα, αλλά και σε κάποιες βρώσιμες ποικιλίες ελιάς, των οποίων η τιμή αυξάνεται κατακόρυφα αν ο παραγωγός επιτύχει μεγάλο μέγεθος καρπού. Για παράδειγμα, η τιμή στην Καλαμών στην κλάση 100 τεμάχια ανά κιλό είναι σχεδόν τετραπλάσια από ότι για τα 350 τεμάχια ανά κιλό. Επομένως, εκεί η άρδευση είναι σχεδόν απαραίτητη ειδικά σε κάποια στάδια πριν τη συγκομιδή, έτσι ώστε να πάρουμε όσο το δυνατόν περισσότερες ελιές στις “ακριβές” κλάσεις. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, το δέντρο της ελιάς έχει αποδείξει ότι μπορεί να παράξει μια μέτρια ποσότητα μόνο και μόνο εκμεταλλευόμενο τις βροχές, καθώς βλέπουμε ότι ακόμα και στις νοτιότερες περιοχές της χώρας (π.χ. Κρήτη) αρκετοί είναι αυτοί που καλλιεργούν ξερικά. Παρόλα αυτά, αν αποφασίσουμε τελικά να αρδεύσουμε ειδικά σε κάποια κρίσιμα στάδια, το δέντρο φυσικά θα το εκμεταλλευτεί έτσι ώστε να δώσει περισσότερη και κάποιες φορές ποιοτικότερη παραγωγή, καθώς και να είναι μακροπρόθεσμα πιο υγιές και εύρωστο. Αυτός είναι ο λόγος που αρδεύεται το 70% των καλλιεργούμενων εκτάσεων ελιάς παγκοσμίως. Αντιθέτως, στη χώρα μας έχουμε κατά πλειοψηφία μη αρδευόμενες καλλιεργούμενες εκτάσεις ελιάς.

Γιατί και Πότε Αρδεύουμε την Ελιά;

Με την άρδευση ρυθμίζεται αποτελεσματικά το άνοιγμα των στοματίων των φύλλων. Επίσης με την άρδευση παρατηρείται αυξημένη διαφοροποίηση των οφθαλμών και άρα υψηλή άνθηση και καρπόδεση που θα προσφέρει υψηλή απόδοση. Επιπλέον μειώνεται το φαινόμενο της παρενιαυτοφορίας και προωθείται η επετειοφορία με αποτέλεσμα ο ελαιώνας μας να είναι παραγωγικός κάθε χρόνο. Ακόμα, με την άρδευση οι βλαστοί αυξάνονται φυσιολογικά και οι καρποί είναι μεγαλύτεροι σε μέγεθος και λείοι. Αν και το ποσοστό του ελαιόλαδου / βάρος καρπού είναι μικρότερο, απ’ ότι σε ένα ξερικό ελαιώνα, συνολικά παρατηρείται υψηλότερη παραγωγή.

H ισορροπημένη άρδευση λοιπόν ευνοεί τη βλάστηση, ανθοφορία και καρποφορία των ελαιόδεντρων. Ξηρικά η ελιά καλλιεργείται συνήθως σε περιοχές με βροχοπτώσεις που υπερβαίνουν ετησίως τα 450 χιλιοστά βροχής. Ακόμα και αν συνολικά σε ετήσια βάση μπορεί να υπάρχουν αρκετές βροχοπτώσεις στην περιοχή μας (π.χ. 500 ή 600 mm), οι βροχοπτώσεις αυτές δεν είναι ομοιόμορφα κατανεμημένες. Έτσι, σε πολύ κρίσιμα στάδια της ανάπτυξης που αναφέρονται παρακάτω, μπορεί το δέντρο μας να μείνει “ακάλυπτο” από πλευράς υδατικών αναγκών, κάτι που έχει άμεσες συνέπειες στην παραγωγή μας.

Υπάρχουν κάποιες περίοδοι κατά τις οποίες απαιτείται η ύπαρξη του νερού, καθώς αν αυτό δεν επαρκεί έχουμε αρνητικές επιπτώσεις στα δέντρα μας και την παραγωγή τους. Στη χώρα μας, κατά μέσο όρο την περίοδο από Φεβρουάριο μέχρι τον Ιούνιο πραγματοποιούνται κάποιες κρίσιμες διεργασίες για το ελαιόδεντρο, όπως η διαφοροποίηση των οφθαλμών, η άνθηση, η καρπόδεση και η αύξηση των βλαστών. Η μη ικανοποίηση υδατικών αναγκών του δέντρου σε αυτό το στάδιο μπορεί να επιφέρει μειωμένη διαφοροποίηση οφθαλμών, μειωμένη άνθηση και κατά συνέπεια μειωμένη καρπόδεση, και άρα μικρότερη παραγωγή. Από την άλλη μεριά οι μικρότερες απαιτήσεις σε νερό που έχει η ελιά όσο και αν φαίνεται περίεργο είναι την περίοδο από μέσα Ιουλίου μέχρι και τέλη Αυγούστου. Μπορούμε να ελαχιστοποιήσουμε την εφαρμογή νερού από το στάδιο σκλήρυνσης του πυρήνα (περίπου τον Ιούλιο) έως και το τέλος Αυγούστου, χωρίς να υπάρχει σχεδόν καμία επίδραση στην παραγωγή (ελεγχόμενη ελλειμματική άρδευση).

Ένα παράδειγμα για να καταλάβουμε την ομοιόμορφη κατανομή του νερού και το τι προβλήματα μπορεί να δημιουργήσει η ανομοιομορφία είναι το εξής: Έστω ότι έχουμε έναν ελαιώνα ο οποίος βρίσκεται σε περιοχή όπου βρέχει αρκετά συχνά την περίοδο του χειμώνα αλλά έχουμε έλλειψη βροχοπτώσεων κατά την περίοδο από μέσα Μαρτίου μέχρι και τον Απρίλιο. Ο παραγωγός θα δει τις ελιές του να είναι γεμάτες άνθη αλλά τον χειμώνα που θα πάει για να συγκομίσει η παραγωγή θα είναι αρκετά πιο κάτω από την αναμενόμενη. Αυτό θα έχει συμβεί  γιατί την περίοδο της ανθοφορίας δεν είχαμε επαρκείς ποσότητες νερού και έτσι είχαμε μεγάλο ποσοστό ατελών ανθέων και μειωμένη διαφοροποίηση οφθαλμών. Συνεπώς, η ανομοιομορφία στην κατανομή των βροχοπτώσεων είναι ένα σημαντικό πρόβλημα ειδικά σε εδάφη με χαμηλή υδατοϊκανότητα (εδάφη που δεν κρατούν το νερό, όπως συμβαίνει με τα αμμώδη εδάφη). Σε αυτές τις περιπτώσεις, η άρδευση από τη μεριά του ελαιοπαραγωγού σε κάποια στάδια κρίνεται αναγκαία για μια υψηλή παραγωγή.

Όπου είναι απαραίτητο γενικά, συνιστάται άρδευση πριν από την έναρξη της ανθοφορίας, διότι η άρδευση κατά την περίοδο ανθοφορίας μπορεί να οδηγήσει σε έκπλυση της ποσότητας αζώτου που έχουμε ρίξει στο έδαφος.

Το φθινόπωρο, από το Σεπτέμβριο έως και τη συγκομιδή, αν το δέντρο έχει στη διάθεσή του επαρκείς ποσότητες νερού, μεγαλώνει αρκετά τους βλαστούς βοηθώντας σε μια καλή παραγωγή την επόµενη χρονιά. Στους καρπούς ολοκληρώνεται ο σχηµατισµός του λαδιού και ο καρπός αποκτά το μέγιστο δυνατό μέγεθος με την απορρόφηση νερού. Αν το φθινόπωρο δεν υπάρχει αρκετό νερό, οι καρποί συρρικνώνονται και αυτό δημιουργεί πολλά προβλήματα. Αντίθετα, με αρκετή υγρασία στο έδαφος τον Σεπτέμβριο έως τη συγκομιδή παράγεται αρκετό ελαιόλαδο και καλής ποιότητας.

Τι πρέπει να γνωρίζουμε πριν την Άρδευση της Ελιάς;

Απαραίτητο πριν ξεκινήσουμε οποιαδήποτε σκέψη για άρδευση είναι να πάρουμε στα χέρια μας μία ανάλυση εδάφους. Η ανάλυση εδάφους σε συνδυασμό με συζήτηση με τον γεωπόνο της περιοχής μας θα μας υποδείξει αν χρειάζεται άρδευση, σε τι συχνότητα, σε ποια χρονικά σημεία, αλλά μπορεί να επηρεάσει ακόμα και τη μέθοδο άρδευσης που θα ακολουθήσουμε. Για παράδειγμα, σε αμμώδη εδάφη που δεν κρατάνε νερό, συνίστανται συχνά ποτίσματα με λίγο νερό και όχι μία φορά με πολύ νερό. Επίσης, δυστυχώς σε αμμώδη εδάφη, το νερό πάει σχεδόν απολύτως κατακόρυφα προς τα κάτω, δεν απλώνεται έτσι ώστε να διαβρέξει έναν μεγάλο όγκο χώματος. Συνεπώς πρέπει να διαβρέχουμε διαφορετικά σημεία σε κάποια απόσταση γύρω από τον κορμό, και όχι μόνο ένα. Στην περίπτωση αυτή, μπορεί μετά από συζήτηση με το γεωπόνο της περιοχής μας να καταλήξουμε ότι χρειαζόμαστε σύστημα με 2 μπεκ 180 μοιρών αντιδιαμετρικά του δέντρου και όχι σύστημα με σταγόνες (σπάνια περίπτωση αλλά μπορεί να συμβεί). Αντιθέτως, σε μέσης σύστασης έδαφος, μπορεί να καλυπτόμαστε άριστα με ένα σύστημα ακόμα και με ένα σταλάκτη ανά δέντρο (υπό προϋποθέσεις).

Καλό είναι να γνωρίζουμε γενικά ότι ήδη από 1,7 μέτρα βάθος και κάτω δεν υπάρχουν κατά κανόνα ενεργά ριζικά τριχίδια για να μπορέσει η ελιά να απορροφήσει νερό. Δυστυχώς, κατά μέσο όρο το ριζικό σύστημα ενός ώριμου δέντρου ελιάς μπορεί να απορροφήσει επαρκώς νερό και θρεπτικά συστατικά σε ένα στρώμα από 1,2 έως και 1,7 μέτρα βάθος, ενώ αντίθετα οι ρίζες που στηρίζουν το δέντρο αλλά δεν απορροφούν νερό μπορούν να φτάσουν πολλά μέτρα βάθος. Αυτό το στοιχείο σε συνδυασμό με τυχόν ελαφριά εδάφη μας δημιουργεί πολλά προβλήματα στο σχεδιασμό του συστήματος άρδευσης.

Επίσης, καλό είναι να γνωρίζουμε ότι οι καρποί των αρδευόμενων δέντρων φτάνουν σε υψηλή κατά κανόνα ελαιοπεριεκτικότητα αργότερα σε σχέση με τους καρπούς των ξηρικών δέντρων. Επίσης, για τα αρδευόμενα δέντρα, η αλλαγή του χρώματος του καρπού από πράσινο σε μαύρο γίνεται πιο σταδιακά. Η περιεκτικότητα σε ελαιόλαδο ως ποσοστό του βάρους των νωπών καρπών τείνει να είναι υψηλότερη φυσικά για τα ξηρικά από ό,τι για τα αρδευόμενα δέντρα, αλλά συνολικά με τη άρδευση έχουμε περισσότερες ελιές μεγαλύτερης μάζας.

Τέλος, πρέπει να γνωρίζουμε ότι σε αυτό το δύσκολο εγχείρημα (να παρέχουμε σε κάθε δέντρο ελιάς τη βέλτιστη ποσότητα νερού στο κατάλληλο χρονικό σημείο) δεν είμαστε μόνοι μας, καθώς έχουμε σύμμαχο την τεχνολογία. Είναι φύσει αδύνατο να μπορέσουμε να επιτύχουμε ορθή άρδευση μόνο εμπειρικά, μόνο με ένστικτο και παρατηρώντας απλώς τα δέντρα ή πιάνοντας το χώμα. Η τεχνολογία μας βοηθά, καθώς στο εμπόριο υπάρχουν πολλές συσκευές (για παράδειγμα μετρητές υγρασίας εδάφους) που μπορούν να μας δώσουν με ασφάλεια κάποιες απαραίτητες μετρήσεις επί τόπου. Με ένα κόστος της τάξης των 30 ευρώ, μπορούμε να έχουμε μία μικρή συσκευή σε μέγεθος κινητού τηλεφώνου, την οποία μπορούμε να εφαρμόσουμε σε όποιο σημείο του ελαιώνα μας θέλουμε και αυτή μας δίνει ταυτόχρονα θερμοκρασία, υγρασία και pH εδάφους για το συγκεκριμένο αυτό σημείο. Κάτι τέτοιο είναι απολύτως απαραίτητο να το έχουμε πάντα μαζί μας ακόμα και ως ερασιτέχνες καλλιεργητές σε έναν ελαιώνα 30 δέντρων. Φυσικά, ως επαγγελματίες καλλιεργητές εκατοντάδων δέντρων, υπάρχουν πολύ πιο εξελιγμένα συστήματα παρακολούθησης, καταγραφής και ανάλυσης αυτών και άλλων παραμέτρων καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε.

Πώς Αρδεύουμε την Ελιά

Όπως συμβαίνει σε πολλές άλλες καλλιέργειες, υπάρχουν κινητά και ακίνητα συστήματα άρδευσης που χρησιμοποιούνται συνήθως σε ελαιώνες. Τα κινητά συστήματα δεν έχουν κόστος εγκατάστασης, αλλά είναι μεγάλης έντασης εργασίας. Τα ακίνητα συστήματα απαιτούν αρχική επένδυση και έχουν μεγάλο κόστος συντήρησης.

Τα συνηθέστερα συστήματα άρδευσης της ελιάς είναι τα παρακάτω:

Κατάκλυση

Η άρδευση με κατάκλυση είναι ένα σύστημα που προτιμάται σε εδάφη με κλίση έως 3%. Δυστυχώς δεν προσδίδει ομοιόμορφη και ελεγχόμενη κατανομή του νερού σε όλα τα δέντρα, και γι’ αυτό στις μέρες μας αποφεύγεται.

Αυλάκια

Στην άρδευση με αυλάκια, ένας περιοριστικός παράγοντας είναι η κλίση του εδάφους να μην ξεπερνά το 1%. Τα πλεονεκτήματα της μεθόδου είναι ο απλός σχεδιασμός και η μικρή δαπάνη για την προετοιμασία του εδάφους. Από την άλλη μεριά όμως οδηγεί σε υψηλή και άσκοπη κατανάλωση νερού, σε έκπλυση θρεπτικών συστατικών και σε ανομοιόμορφο πότισμα.

Τεχνητή Βροχή

Η τεχνητή βροχή με μικροεκτοξευτήρες είναι ένας τρόπος να ποτίζουμε διαφορετικά σημεία γύρω από ένα δέντρο αν αυτό είναι απαραίτητο, όπως πχ. σε εδάφη με ποσοστό άνω του 70% σε άμμο όπως αναφέραμε πριν. Η τεχνητή βροχή είναι ένα σύστημα με απλή διαχείριση που δεν απαιτεί ιδιαίτερες δαπάνες. Ωστόσο η επίδραση του αέρα στην κατανομή της βροχής είναι ένας παρεμποδιστικός παράγοντας στην αποτελεσματική άρδευση. Επίσης, ακριβώς επειδή διαβρέχουμε μία μεγαλύτερη επιφάνεια, η τεχνητή βροχή ευνοεί την ανάπτυξη των ζιζανίων, ενώ σε συνδυασμό με δυνατό αέρα ή λάθος τοποθέτηση μπορεί να προκαλέσει τη διαβροχή του κορμού με κίνδυνο την ανάπτυξη ασθενειών.

Στάγδην Άρδευση

Η στάγδην άρδευση (άρδευση με σταλάκτες) χρησιμοποιεί διάτρητους σωλήνες που λειτουργούν με χαμηλή πίεση. Το σύστημα υπερτερεί στην οικονομία και αποτελεσματική χρήση του νερού. Τα πλεονεκτήματά του είναι ότι μπορεί να συνδυαστεί με υδρολίπανση και περιορίζει την ανάπτυξη των ζιζανίων. Όμως όπως και κάθε σύστημα έχει τα μειονεκτήματά του. Μεταξύ αυτών είναι κυρίως το υψηλό κόστος συντήρησης, αλλά και η πιθανότητα να φράξουν οι σταλάκτες, να τρυπήσουν από διάφορους παράγοντες (π.χ. τσίμπημα πουλιών κτλ) και άλλα. Αν αυτό δυστυχώς δεν το αντιληφθεί ο παραγωγός άμεσα, θα επηρεάσει έναν μεγάλο αριθμό δέντρων. Στις μέρες μας, προτιμάται σαν επιλογή το σύστημα των σταγόνων και αρκετοί παραγωγοί -όπως βλέπουμε και στην παρακάτω φωτογραφία- διατηρούν ψηλά τα λάστιχα, έτσι ώστε να μην τους εμποδίζουν στις εργασίες με τον καταστροφέα. Κάποιοι άλλοι παραγωγοί όμως πιστεύουν ότι αυτό είναι λάθος, καθώς όσο και να προσεχτούν τα λάστιχα που είναι ψηλά, κάποια στιγμή θα παρουσιάσουν διαρροές. Κάποιο από το νερό αυτό με τη βοήθεια του αέρα είναι σίγουρο ότι θα καταλήξει στον κορμό του δέντρου, και τότε ξεκινούν τα προβλήματα ασθενειών.

Υπόγεια Στάγδην Άρδευση

Η υπόγεια στάγδην άρδευση είναι μια χαμηλής πίεσης μέθοδος άρδευσης που μεταφέρει το νερό κατευθείαν στις ρίζες των φυτών μέσω πλαστικών αγωγών εφαρμογής που είναι μόνιμα θαμμένοι στο υπέδαφος. Η επιφάνεια του εδάφους μπορεί να παραμένει στεγνή, ενώ ταυτόχρονα το δέντρο να αρδεύεται. Επιτρέπει στο νερό να διανέμεται ομοιόμορφα ανεξάρτητα από το σχήμα των αρδευόμενων εκτάσεων. Οπωσδήποτε έχει αρκετά μεγάλο κόστος σχεδιασμού, εγκατάστασης αλλά και συντήρησης (ειδικά αν φράξουν οι σταλάκτες), ενώ χρειάζεται πολλή προσοχή στις γεωργικές εργασίες. Από την άλλη όμως παρέχει πολύ στοχευμένη άρδευση με μεγάλη οικονομία νερού.

Τι να αποφύγουμε κατά την Άρδευση της Ελιάς

Με όποιον τρόπο κι αν επιλέξουμε να αρδεύσουμε τον ελαιώνα μας, είναι σημαντικό να θυμόμαστε να αποφεύγουμε την άμεση διαβροχή του κορμού και του εδάφους σε μικρή απόσταση από αυτόν. Αυτό γιατί σ’ αυτήν την απόσταση δεν υπάρχει ενεργό ριζικό σύστημα για να απορροφήσει το νερό που προσφέρουμε στα δέντρα. Επίσης, ο λαιμός των ελαιόδεντρων είναι αρκετά ευαίσθητος σε ασθένειες του εδάφους και μικροοργανισμούς που ευνοούνται από την υγρασία.

Τι θα γίνει αν αρδεύσουμε υπερβολικά την Ελιά

Όταν αρδεύουμε πλήρως την ελιά (100% ΕΤc), αφενός μεν δεν κερδίζουμε και πολλά πράγματα σε σχέση με την ελλειμματική άρδευση, αφετέρου ευνοούνται οι βερτισιλλιώσεις, η υπερβολική ανάπτυξη ζιζανίων, καθώς και η ραγδαία αύξηση πληθυσμού διαφόρων εχθρών, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον δάκο.

Όταν αρδεύουμε υπερβολικά, τότε σίγουρα αυξάνεται σημαντικά το κόστος της παραγωγής, αλλά και το κόστος του κλαδέματος σε σημείο που μπορεί να γίνεται ασύμφορη η καλλιέργεια. Επίσης, το υπερβολικό νερό στους καρπούς μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη ποιότητα λαδιού. Τέλος, το παραπανίσιο νερό οδηγεί σε βλαστομανία, δηλαδή σε υπερβολική ανάπτυξη των βλαστών, κάτι που συνεπάγεται σε σκίαση των δέντρων και άρα σε μείωση της φωτοσύνθεσης, με αποτέλεσμα τη μειωμένη καρποφορία την επόμενη χρονιά.

Άλλες μέθοδοι που μας βοηθούν στην Ορθή Διαχείριση Νερού:

Εδαφοκάλυψη και Χλωρά Λίπανση

Μια άλλη τακτική που ίσως είναι ωφέλιμο να εφαρμόζουμε στον αρδευόμενο ελαιώνα μας είναι η εδαφοκάλυψη. Η τεχνική της εδαφοκάλυψης προστατεύει το έδαφος από την ξηρασία εξαιτίας της εξάτμισης, καθώς και από διάβρωση του εδάφους, καταπολεμώντας παράλληλα και τα ζιζάνια. Μπορεί να εφαρμοστεί με τη χρήση θρυμματισμένων υλικών κλαδέματος καθώς θα βγουν νωπά από τον θρυμματιστή. Θετικά αποτελέσματα έχουν επίσης προκύψει από τη χρήση της χλωρής λίπανσης. Κατάλληλα φυτά που επιλέγονται είναι το έρπον τριφύλλι, ο βίκος, το κτηνοτροφικό κουκί και το κτηνοτροφικό μπιζέλι. Τα φυτά αυτά περιέχουν αζωτοδεσμευτικά βακτήρια που εναποθέτουν άζωτο στο έδαφος. Επίσης, σημαντική θεωρείται και η διατήρηση της αυτοφυούς χλωρίδας (π.χ. οξαλίδα). Πολλές φορές ασκεί ανασταλτική δράση στα ζιζάνια.

Συμπέρασμα

Γίνεται λοιπόν σαφές πως η άρδευση της ελιάς είναι μια καλλιεργητική τεχνική που αν γίνει χωρίς μελέτη, διασταύρωση στοιχείων και συζήτηση με τον γεωπόνο της περιοχής μας, είναι σίγουρο ότι θα κάνει περισσότερο κακό παρά καλό στα δέντρα μας. Όταν όμως γίνεται μετά από ενδελεχή έρευνα και συλλογή στοιχείων -όχι γενικά αλλά συγκεκριμένα για τον ελαιώνα μας- μπορεί όντως να προσφέρει υψηλότερη και ποιοτικότερη παραγωγή, ενώ μπορεί να συμβάλλει στην υγεία και μακροημέρευση των δέντρων μας, καθώς τα καθιστά πιο ανθεκτικά απέναντι σε ασθένειες και πάσης φύσεως στρες.

Βιβλιογραφία

  1. http://www.fao.org/land-water/databases-and-software/crop-information/olive/en/
  2. https://www.frontiersin.org/articles/10.3389/fpls.2019.01243/full
  3. «Ελαιοκομία», Ιωάννης Ν. Θεριός, Εκδόσεις Γαρταγάνη, Θεσσαλονίκη 2015
  4. https://www.aua.gr/roussos/Roussos/pdf/Printing%20Lessons/Olive/6-Irrigation.pdf
  5. «Επισκόπηση των τρόπων άρδευσης με έμφαση στην υπόγεια στάγδην άρδευση», Διπλωματική Εργασία Αθανασιάδου Βασιλική, Κονσούλα Αθανασία, Μπατσούκα Ασπασία, Θεσσαλονίκη 2007
  6. «Ελιά»,  Δρ. Ειρήνη Καρατάσιου, Δρ. Ηλίας Κάλφας, Αμερικανική Γεωργική Σχολή, Θεσσαλονίκη 2018

Χορηγία στο ΙΔΡΥΜΑ ΑΓΓΕΛΙΝΗΣ-ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΥ

Η επιχείρηση ΑΫΦΑΝΤΗ ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ και η STIHL Hellas με αίσθημα ευθύνης ως προς τον άνθρωπο προσφέρουν από κοινού μια βενζινοκίνητη μηχανή γκαζόν STIHL RM 248 στο Φεστιβάλ Φλάουτου με το οποίο θα λάβει χώρα στο Χόρτο, στην Αργαλαστή Πήλιου.
Το φεστιβάλ οργανώνεται από το ΙΔΡΥΜΑ ΑΓΓΕΛΙΝΗΣ-ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΥ και είναι χαρά μας να στηρίζουμε τέτοιες δράσεις που στοχεύουν στην ενίσχυση των δεσμών μεταξύ των νέων της Ελλάδας, των νέων των άλλων χωρών της Ευρώπης και του υπόλοιπου κόσμου, μέσω της Τέχνης και του Πολιτισμού.

Ποια Ποικιλία Ελιάς να διαλέξω;

Ένα βασικό ερώτημα για κάθε νέο ελαιοκαλλιεργητή (αλλά και για κάθε έμπειρο ελαιοκαλλιεργητή που θέλει να οργανώσει ένα νέο ελαιώνα) είναι τι ποικιλία ελιάς να επιλέξει. Έχουν ειπωθεί πάρα πολλά για το συγκεκριμένο θέμα, το οποίο ακόμα και στις μέρες μας αποτελεί συχνό αντικείμενο συζήτησης μεταξύ ελαιοπαραγωγών και Γεωπόνων.Στη χώρα μας υπάρχουν πάνω από 43 διαφορετικές ποικιλίες ελιάς. Ένα μεγάλο πρόβλημα αρχικά είναι η ονοματολογία, καθώς για μία συγκεκριμένη (ταυτοποιημένη) ποικιλία υπάρχουν συνήθως δύο κύριες και τέσσερις με πέντε δευτερεύουσες ονομασίες, κάποιες εκ των οποίων μοιάζουν πολύ με άλλες, με αποτέλεσμα συχνά να υπάρχει σύγχυση ως προς το ποια ποικιλία ελιάς καλλιεργεί κάποιος, και συνεπώς τι ποικιλίας προϊόντα (βρώσιμες ελιές και ελαιόλαδο) διαθέτει στην αγορά. 

Υπάρχουν δύο βασικά στοιχεία που καλείται να εξετάσει ένας καλλιεργητής πριν αποφασίσει για το ποια ποικιλία ελιάς θα φυτέψει.

  • Το πρώτο είναι φυσικά η τοποθεσία του ελαιώνα. Με αυτό εννοούμε την περιοχή της Ελλάδας στην οποία βρίσκεται ο ελαιώνας γενικά αλλά και το μικροκλίμα που διαμορφώνεται εντός του ελαιώνα κατά τη διάρκεια του έτους. Είναι αυτονόητο ότι μια ποικιλία μπορεί να ακούγεται ότι αποδίδει εξαιρετικά σε ένα νομό γενικά, αλλά στην πραγματικότητα αποδίδει μόνο σε ελαιώνες με συγκεκριμένο μικροκλίμα. Τρανό παράδειγμα αποτελεί η βασίλισσα των ελαιοπαραγωγικών ποικιλιών “Κορωνέϊκη”. Η ποικιλία αυτή π.χ. στη Λακωνία δίνει εξαιρετικές αποδόσεις σε ποιοτικό ελαιόλαδο, αλλά μόνο σε περιοχές χωρίς προβλήματα παγετού. Από ένα υψόμετρο και πάνω στη Λακωνία, δε συνίσταται η χρήση της ποικιλίας αυτής λόγω έντονης ευαισθησίας στον παγετό, και στη θέση της οι ελαιοκαλλιεργητές προτιμούν άλλες ποικιλίες.
  • Το δεύτερο στοιχείο που πρέπει να λάβει υπόψη του ο ελαιοκαλλιεργητής πριν αποφασίσει για την ποικιλία είναι το είδος του προϊόντος που θέλει να παράξει.
    • Υπάρχουν ποικιλίες κατάλληλες για ελαιόλαδο, οι λεγόμενες ελαιοπαραγωγικές ποικιλίες.
    • Από την άλλη, υπάρχουν οι λεγόμενες επιτραπέζιες ποικιλίες που χρησιμοποιούνται κατ εξοχήν για παραγωγή βρώσιμων ελιών
    • Τέλος, υπάρχουν μεικτές ποικιλίες, δηλαδή ποικιλίες που αποδίδουν ικανοποιητικά και στα δύο προϊόντα.

Έτσι, ο ελαιοκαλλιεργητής είναι ελεύθερος να αποφασίσει με τη συγκομιδή για το αν θα οδηγήσει τις ελιές στο ελαιοτριβείο για να παράξει ελαιόλαδο, ή θα επεξεργαστεί τις ελιές έτσι ώστε να τις διαθέσει ως βρώσιμες. Είναι αυτονόητο ότι πρέπει να προηγηθεί έρευνα αγοράς προκειμένου ο ελαιοκαλλιεργητής να καταλήξει σε αυτό το ερώτημα, καθώς μία ενδεχόμενη αλλαγή κατεύθυνσης εκ των υστέρων συχνά έχει ολέθρια αποτελέσματα. Ένα παράδειγμα που όλοι μας έχουμε σίγουρα συναντήσει είναι έναν καλλιεργητή ελιάς ποικιλίας Καλαμών (κατ εξοχήν βρώσιμες ελιές), που αντιλαμβάνεται σε κάποιο σημείο ότι δε μπορεί να διαθέσει στην αγορά τις ελιές του λόγω υπερπροσφοράς ή χαμηλής τιμής, και αρχίζει να ερευνά το ενδεχόμενο να κατευθύνει την παραγωγή του προς ελαιοποίηση. Θα βρεθεί σίγουρα χαμένος σε αυτήν την περίπτωση. Τέλος, είναι αυτονόητο ότι αν η βασική μας ποικιλία έχει προβλήματα αυτεπικονίασης, τότε χρειαζόμαστε και άλλη ποικιλία στον ελαιώνα, προκειμένου να επιτευχθεί η σταυρεπικονίαση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η επικονιάστρια ποικιλία είναι η Κορωνέϊκη.  

Οι κυριότερες Ελαιοπαραγωγικές ποικιλίες είναι 

  • Κορωνέϊκη. Είναι μακράν η πιο δημοφιλής ελαιοπαραγωγική ποικιλία στη χώρα μας. Πρόκειται για μια μικρόκαρπη ποικιλία που δίνει μεγάλη ποσότητα ελαιολάδου, καλής ποιότητας, και σχετικά νωρίς στον κύκλο ζωής του δέντρου, αρκεί όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως να βρει τις κατάλληλες συνθήκες και όχι παγετό. Είναι ποικιλία ανθεκτική στην ξηρασία και τους έντονους ανέμους αλλά ευαίσθητη στο δάκο. Είναι αυτογόνιμη ποικιλία που λειτουργεί ως επικονιάστρια σε πλήθος άλλων ποικιλιών. Καλλιεργείται σε χαμηλά υψόμετρα σε όλη την περιοχή από την Φθιώτιδα έως την Κρήτη. Οι προσπάθειες να καλλιεργηθεί βορειότερα συχνά αποτυγχάνουν, λόγω της ευαισθησίας του δέντρου στον παγετό. Χαρακτηριστικό είναι το πρόσφατο παράδειγμα μιας ομάδας ελαιοκαλλιεργητών να φυτέψουν ελιές της ποικιλίας αυτής στην περιοχή των Τρικάλων. Τα πρώτα δείγματα ήταν θετικά, καθώς όντως τα δέντρα ήταν ζωηρά και μπήκαν αρκετά νωρίς σε καρποφορία. Όμως, στη συνέχεια ένας έντονος παγετός έπληξε τα δέντρα, με αποτέλεσμα να αναπτυχθούν έντονα καρκινώματα στον κορμό και να σταματήσει σχεδόν τελείως η περαιτέρω ανάπτυξή τους.
  • Τσουνάτη ή Μαστοειδής. Στο παράδειγμα της Λακωνίας που αναφέρθηκε προηγουμένως, σε περιοχές όπου δε μπορεί λόγω ψύχους να καλλιεργηθεί Κορωνέϊκη, συνήθως φυτεύεται η ποικιλία Τσουνάτη ή μία άλλη ποικιλία που λέγεται Μουρτολιά. Η Τσουνάτη είναι μικρόκαρπη ποικιλία ελιάς που δίνει μέτρια ποσότητα ενός εξαιρετικής ποιότητας ελαιολάδου. Καλλιεργείται στην Πελοπόννησο (Λακωνία και Μεσσηνία), αλλά κυρίως στην Κρήτη. Μπορούμε να τη συναντήσουμε ακόμα και σε υψόμετρο 900 μέτρων. Είναι ανθεκτική σε χαμηλές θερμοκρασίες αλλά ευαίσθητη στον δάκο. Παρενιαυτοφορεί πολύ έντονα. Είναι ιδανική για αγουρέλαιο. 
  • Κοθρέϊκη ή Μανάκι. Είναι μεσόκαρπη ποικιλία ανθεκτική στο ψύχος και τους έντονους ανέμους, και τη συναντάμε συχνά σε μεγάλα υψόμετρα, πολλές φορές άνω των 700 μέτρων. Κάποιοι την κατατάσσουν στις ποικιλίες διπλής χρήσης, καθώς μπορεί να δώσει και βρώσιμες ελιές με σημαντική εμπορική αξία.
  • Λιανολιά Κέρκυρας. Πρόκειται για μικρόκαρπη ποικιλία που δίνει μέτρια ποσότητα ελαιολάδου πολύ καλής ποιότητας. Το δέντρο γίνεται πολύ ψηλό, φτάνοντας ακόμα και τα δεκαπέντε μέτρα. Καλλιεργείται σχεδόν σε όλα τα νησιά του Ιονίου αλλά και την Ήπειρο. Είναι περισσότερο ανθεκτική στο ψύχος από την Κορωνέϊκη, αλλά έχει απαιτήσεις σε εδαφική υγρασία.
  • Αδραμυτινή ή Μυτιλινιά. Πρόκειται για μεσόκαρπη ποικιλία που δίνει μέτρια ποσότητα από ένα ελαιόλαδο εξαιρετικής όμως ποιότητας. Το αυθεντικό ελαιόλαδο της Μυτιλήνης όπως γνωρίζουμε όλοι είναι ξανθό, ελαφρύ και αρωματικό. Το δέντρο φτάνει τα 8 μέτρα και η ποικιλία καλλιεργείται στη Μυτιλήνη και τη Χίο. 

 

Οι κυριότερες ποικιλίες για βρώσιμες ελιές είναι:

  • Καλαμών. Είναι παγκοσμίως γνωστή ποικιλία που δίνει μεγάλες μαύρες βρώσιμες ελιές. Το δέντρο έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις σε pH, καθώς αυτό πρέπει να κρατηθεί στο 7 για καλύτερα αποτελέσματα. Είναι ποικιλία απαιτητική σε εδαφική υγρασία, παρόλα αυτά καλλιεργείται πολλές φορές ακόμα και στην Πελοπόννησο ως ξερική. Οι υποψήφιοι καλλιεργητές πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι οι τιμές στις ελιές Καλαμών καθορίζονται από το μέγεθος του κάθε καρπού, και όχι γενικά με το βάρος όλου του φορτίου. Όσο πιο μεγάλες είναι οι ελιές, τόσο καλύτερη τιμή θα πάρουμε. Για παράδειγμα, αν για μεγάλες ελιές Καλαμών (μέσο βάρος 7,1 γραμμάρια – 140 καρποί σε ένα κιλό) πάρουμε 2,40 ευρώ ανά κιλό, για τις μικρότερες (μέσο βάρος 4 γραμμάρια – 250 καρποί σε ένα κιλό) μπορεί να πάρουμε τιμή μόλις 1,30 ευρώ το κιλό. Για το λόγο αυτό, συχνά οι καλλιεργητές χρησιμοποιούν μεγάλης ποσότητας άρδευση και διαφυλλική λίπανση προκειμένου να φτάσουν σε μεγάλου βάρους καρπό. Αυτό όμως συχνά αποβαίνει εις βάρος της ποιότητας. Η ποικιλία αυτή καλλιεργείται ευρέως στην Πελοπόννησο, στην Κρήτη και την Αιτωλοακαρνανία. 
  • Αμφίσσης ή Κονσερβολιά. Πρόκειται για μεγαλόκαρπη ποικιλία ελιάς που μπορεί να φτάσει και τα 10 γραμμάρια. Δίνει πολύ καλής ποιότητας μαύρες και πράσινες ελιές, αλλά μπορεί να δώσει δευτερευόντως και καλής ποιότητας ελαιόλαδο. Όπως προδίδει και η λέξη “Αμφίσσης”, καλλιεργείται στην Κεντρική Ελλάδα, αλλά θα τη συναντήσουμε επίσης στην Αιτωλοακαρνανία, την Ήπειρο και λιγότερο στη Χαλκιδική.

 

Οι κυριότερες μεικτές ποικιλίες είναι:

  • Μεγάρων. Μεσόκαρπη ποικιλία που καλλιεργείται στην Πελοπόννησο και την Κεντρική Ελλάδα. Είναι ανθεκτική στο ψύχος, αλλά ευαίσθητη στο δάκο. Συχνά καλλιεργείται ως ξερική. Δίνει άριστες ελιές τσακιστές, κονσερβών, αλλά και ελαιόλαδο.
  • Χαλκιδικής. Μεγαλόκαρπη ποικιλία ελιάς που καλλιεργείται στη Μακεδονία. Το βάρος του καρπού μπορεί να φτάσει τα 13 γραμμάρια. Έχει έντονες απαιτήσεις σε ψύχος, προκειμένου να ανθίσει. Δίνει πράσινες και μαύρες ελιές κονσερβών, και δευτερευόντως μπορεί να δώσει καλής ποιότητας ελαιόλαδο. 
  • Θρουμπολιά ή Θασίτικη. Πρόκειται για ποικιλία που ευδοκιμεί στα νησιά του Αιγαίου (Θάσος, Σάμος, Κρήτη, Ρόδος και άλλα) και δίνει βρώσιμες ελιές μεγάλου μεγέθους. Εναλλακτικά, δίνει ικανοποιητική ποσότητα ενός ποιοτικού ελαιολάδου. Το δέντρο είναι ορθόκλαδο και φτάνει τα δέκα μέτρα σε ύψος. Είναι ιδανική για φύτευση σε μεγάλο υψόμετρο.

 

Έχοντας κατανοήσει το πλαίσιο αυτό, ο κάθε καλλιεργητής οφείλει στη συνέχεια να κάνει μια έρευνα στην περιοχή του σχετικά με ποικιλίες που αποδίδουν καλά, αλλά και ποικιλίες που ενδεχομένως να υποφέρουν συχνά από κάποιον τοπικό παράγοντα (π.χ. συχνοί ανοιξιάτικοι παγετοί). Μετά από συζήτηση με τον τοπικό γεωπόνο, θα είναι σε θέση να καταλήξει τελικά στην ποικιλία ή ποικιλίες που θα του εξασφαλίσουν μια καλή παραγωγή τα επόμενα χρόνια. Είναι αυτονόητο ότι κάποιος έχει νόημα να ξεφύγει από την πεπατημένη που έχουν πάρει οι υπόλοιποι καλλιεργητές στην περιοχή του μόνο εφόσον υπάρχουν όλα εκείνα τα επιστημονικά στοιχεία που τεκμηριώνουν μια παραγωγή καλύτερη από τις δημοφιλείς ποικιλίες στην περιοχή αυτή.

Τέλος, υπάρχει μια μικρή μερίδα ελαιοκαλλιεργητών που τα τελευταία χρόνια έχει στραφεί σε ξένες ποικιλίες, όπως π.χ. η Arbequina που χρησιμοποιείται σε πάρα πολύ πυκνές φυτεύσεις. Εδώ οι απόψεις διαφέρουν, και κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αν αυτοί οι καλλιεργητές θα είναι μακροπρόθεσμα κερδισμένοι που επέλεξαν ξενόφερτες ποικιλίες με ένα ξένο για τα ελληνικά δεδομένα τρόπο φύτευσης. Το μόνο σίγουρο είναι οι ελληνικές ποικιλίες είναι παγκοσμίου φήμης (π.χ. η Κορωνέϊκη φυτεύεται με μεγάλη συχνότητα σε Ισπανία και Πορτογαλία), και συνεπώς πρέπει υπάρξει πολύ μελέτη και έρευνα πριν προχωρήσει κάποιος σε κάποια ξένη ποικιλία.

Πηγή: stihl & Wikifarmer.com/el